Η εμπειρία από την πρόσφατη πανδημίας COVID-19 κατέδειξε πως η εμπιστοσύνη στους φορείς Δημόσιας Υγείας αναφορικά με τη γενικότερη αντιμετώπιση και διαχείριση των συνεπειών της, εξαρτάται περισσότερο από την πεποίθηση πως οι υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας ηγήθηκαν της όλης προσπάθειας με σαφείς, τεκμηριωμένες συστάσεις και παρείχαν προστασία, και λιγότερο από το αποτέλεσμα αναφορικά με τον αντικειμενικό έλεγχο της πανδημίας.
Σύμφωνα με την πρώτη αντιπροσωπευτική έρευνα για τις ΗΠΑ, από το Harvard TH Chan School of Public Health, τα χαμηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης σχετίζονταν κυρίως με τις πεποιθήσεις ότι οι συστάσεις για τη Δημόσια Υγεία επηρεάζονταν από την κυβέρνηση, τις φαρμακευτικές εταιρείες ή σε κάποιες περιπτώσεις οι συστάσεις ήταν αντικρουόμενες.
«Τα προγράμματα έκτακτης ανάγκης υποχρηματοδοτούνται εδώ και δεκαετίες, αλλά τα σημερινά δεδομένα καθιστούν σαφές το πόσο σημαντικό είναι να διασφαλιστεί ότι οι υπηρεσίες δημόσιας υγείας διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους, έχουν εξουσία να λαμβάνουν αποφάσεις με βάση επιστημονικά τεκμηριωμένες πληροφορίες ενώ, παράλληλα, διαθέτουν επαρκή επικοινωνιακή υποδομή», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Gillian SteelFisher (Τμήμα Πολιτικής και Διαχείρισης Υγείας, Χάρβαρντ).
Μπορείτε να διαβάσετε τα ευρήματα της έρευνας στο ενημερωτικό δελτίο του Ευρωμεσογειακού Ινστιτούτου εδώ.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο Health Affairs, ένα θεματικό τεύχος που επικεντρώνεται στα μαθήματα δημόσιας υγείας που αντλήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 στις ΗΠΑ. Για περισσότερες πληροφορίες, πατήστε εδώ.


